ο Κωστας Θερμογιάννης με την Ελενη...εν θερμω... στο BIBLIONET
20 Δεκεμβρίου 2013 στις 11:12 π.μ.
Ελένη Στασινού
τοβιβλίο.net και ο Κώστας Θερμογιάννης υποδέχεται και συνομιλεί με τη βραβευμένη συγγραφέα Ελένη Στασινού. Ο άνθρωπος πίσω από τη συγγραφέα είναι κάτι περισσότερο από αυτό που πολλοί φαντάζονται όταν φέρνουν την εικόνα του λογοτέχνη στο μυαλό τους. Όπως θα διαπιστώσετε, πίσω από τις γραμμές αυτού του ζωντανού διαλόγου, κρύβεται ένας άνθρωπος που πραγματικά βιώνει τη συγγραφή των έργων του, στηρίζεται πάνω στις δικές της δυνάμεις, στη σκληρή δουλειά, στη μελέτη και στην έρευνα. Τίποτα δεν αφήνει στην τύχη, ούτε περιμένει την επίσκεψη της έμπνευσης προκειμένου να δημιουργήσει. Ίσως εκεί να κρύβεται και η μεγάλη επιτυχία την οποία συνοδεύουν πάντα τα βιβλία της.
Κυρία Στασινού σας καλωσορίζουμε στο δικτυακό τόπο το βιβλίο.net
Είστε αρκετό καιρό στον χώρο, παρακολουθώ τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνετε να είστε δίπλα στους δημιουργούς, καταλαβαίνω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζετε καθημερινά και γι αυτό σας ευχαριστώ πολύ που με συμπεριλάβατε στο δυναμικό σας.
Έχετε γράψει μερικά από τα ωραιότερα βιβλία των τελευταίων χρόνων και είναι σχεδόν αδύνατο ο αναγνώστης να τα ξεχωρίσει, το ένα είναι καλύτερο από το άλλο. Ο Άρης Δαβαράκης γράφει σε ένα άρθρο του: «Ένα είναι το σίγουρο. «Πνευματικοί άνθρωποι» με μονιμότητα (παλαιού) δημοσίου υπαλλήλου, δεν υπάρχουν. Όσοι από καταβολής κόσμου δοκίμασαν να δημιουργήσουν τέχνη με επιτυχία και αναγνώριση (έστω και μετά θάνατον) ξέρουν ότι η έκλαμψη αυτή η μυστήρια που τη λέμε «έμπνευση» είναι αυτοδύναμη και συμφωνία μαζί της δεν μπορείς να κάνεις, να κάτσει πλάι σου για πάντα.» Εσείς από πού αντλείτε την έμπνευσή σας και δημιουργείτε τέτοιες εξαιρετικές ιστορίες;
Ευχαριστώ πολύ για τον χαρακτηρισμό των βιβλίων μου ως «από τα ωραιότερα βιβλία των τελευταίων χρόνων». Αυτόν λοιπόν τον τιμητικό χαρακτηρισμό θα χρησιμοποιήσω ως εφαλτήριο στην σημερινή μας συζήτηση.
Όσο περισσότερο καλό, αποδείξει ο χρόνος πως είναι ένα βιβλίο, αυτό από μόνο του αποτελεί την μαρτυρία, για το πόσο «μαρτύρησε» ο γράφων κατά την διάρκεια της εκπόνησης του. Είναι μια διαδικασία που δεν χρειάζεται να περιγράψω διότι έχει εκτενώς παρουσιαστεί.
Θα μείνω σε αυτήν ως μέσον έκφρασης του δημιουργού της.
Πιστεύω πως η γραφή καθώς και όλες οι τέχνες κραυγάζουν. Όχι απλώς προσπαθώντας να εξυψώσουν τα αισθητήρια μας, η τις εγκεφαλικές διεργασίες μας. Κραυγάζουν μοναξιά, αντίθεση, αντίσταση. Κραυγάζουν αδικία. Κραυγάζουν φόβο.
Η δημιουργία εν πρώτοις βέβαια και είναι μια πράξη σωστική. Διότι οριοθετεί. Και μέσα στα όρια φυσικά, νομικά, θεσμικά, πολιτισμικά, ο άνθρωπος αισθάνεται ασφαλής.
Έτσι, σε προσωπικό επίπεδο, το άτομο δημιουργώντας, οριοθετεί τον πανικό του μέσα σε ένα ανασφαλή απέραντο κόσμο.
Σε επόμενο στάδιο, όμως το έργο μπορεί να αποτελέσει πολιτική πράξη. Διότι έχει την δύναμη να δώσει έκφραση στην αγανάκτηση. Να προσδώσει ύφος και ένταση στην απώλειά.
Ο αυξανόμενος φόβος- θυμός η ο πόνος, δεν θα αντανακλάται πλέον σε πρόσωπό. Θα έχει διοχετευθεί σε έργο. Εξ-ασφαλίζοντας για ένα διάστημα την εσωτερική συνοχή του δημιουργού, αλλά συγχρόνως έχοντας μεταλλαχτεί σε όπλο υπερ-ατομικής χρήσης.
Ο δημιουργός άλλοτε θα αποτυπώσει την εποχή του, κάποτε θα την ακυρώσει ερχόμενος πίσω στους αιώνες η και οδεύοντας σε απώτερο μέλλον. Προσωπικά και έχω μείνει στην εποχή μου (Νύχτες Υποταγής - Η Βιολονίστρια) και έχω ακυρώσει τον χρόνο (Απόδραση προς το Φως) κάποτε εργάστηκα σε πρόσφατο παρελθόν (ο Στέφανος του Ελαιώνα - Η Αυτοκρατορία των Δήθεν) αλλά και έχω διατρέξει αιώνες (Η Γυναίκα των Δελφών- Η Ροζαλία).
Πάντοτε δουλεύω, δίχως να περιμένω την έμπνευση
Αναφορικά λοιπόν με την ρήση που μου αναφέρατε «ότι η έκλαμψη αυτή η μυστήρια που τη λέμε «έμπνευση» είναι αυτοδύναμη και συμφωνία μαζί της δεν μπορείς να κάνεις, να κάτσει πλάι σου για πάντα» διατηρώ τις ενστάσεις μου. Πιστεύω στην εργασία την μεθοδική, την επίμονη, την «δημοσιο-υπαλληλική» αν θέλετε, για μεγάλα η μικρά διαστήματα. Δεν πιστεύω στην έμπνευση, με τον τρόπο που συνήθως εννοείται. Μα πως με κοπιώδη και μεθοδική ενασχόληση, θα υπάρξουν σίγουρα οι φωτεινές στιγμές που θα απογειώσουν λογο-τεχνικά το κείμενο.
Παρόλο που δεν ανήκω στο δόγμα, θα πω ένα παράδειγμα που μου αρέσει για την αλήθεια του.
Σαν ο Μωυσής διάταξε να χωριστούν στα δυο τα νερά, λέγεται πως δεν άνοιξαν παρά σαν περπάτησε η πρώτη γυναίκα προς την θάλασσα, σίγουρη για τα λόγια του.
Θέλω να πω θαύματα συμβαίνουν σαν αποδείξουμε πως τα αξίζουμε. Εν προκειμένω λοιπόν, αν σκύψεις αποφασιστικά στο αντικείμενο σου, δεν μπορεί παρά να πεισθεί και το θέμα, και το εύρημα, και το ύφος και η τεχνική, και η ωραία φωτεινή στιγμή που λέγεται-θεωρείται εμπνευσμένη.
Όσο για την πηγή -άντληση… Έχω βαρεθεί να ακούω πως μια λέξη, μια εικόνα, μια σκηνή στον δρόμο οδηγεί την πένα … Η λέξη, η σκηνή, η εικόνα, το πρόσωπο, το συμβάν, η νότα, το οτιδήποτε, είναι απλώς κλειδιά. Τα κλειδιά που ανοίγουν δρόμους. Οι δρόμοι αυτοί δεν αφορούν τους άλλους. Αφορούν εμάς και τον βαθύτερο μας εαυτό. Αυτόν τον εαυτό, τον έχουμε χάσει, τον έχουμε θάψει, θελήσαμε να τον αφανίσουμε διότι δεν αντέχαμε την εικόνα του. Με τα κλειδιά αυτά οδηγούμαστε σε πολύ παλιές δικές μας εποχές, σε βιώματα δικά μας σκεπασμένα λήθη, σε αποτρόπαια και φρικιαστικά δικά μας πρόσωπά, σε αμαρτωλές η όχι δικές μας ανείπωτες επιθυμίες..
Τα αναχώνουμε λοιπόν με την πρόφαση της δημιουργίας.
Τα ανασκευάζουμε. Τα λυτρώνουμε. Τα αθωώνουμε η τα τιμωρούμε μέσα από τους ήρωες μας.
Πρέπει να αποδεχτούμε επιτέλους πως όλοι οι παίχτες ενός έργου είμαστε εμείς. Που απλώς δεν θα αντέχαμε τέτοιου εύρους προσωπική σχάση. Κι επιθυμούμε να ενοποιηθούμε, μηδενίζοντας κάποιους επιβραβεύοντας άλλους, ώστε με λιγότερες εσωτερικές διαμάχες οδηγηθούμε όπου δει. Σε προσωπική δυνατόν ολοκλήρωση.
Εκδόσεις ΩκεανόςISBN: 978-960-6769-48-1
Η γυναίκα των Δελφών είναι το τελευταίο σας βιβλίο. Η Πηγή, μια ξεχωριστή αλλά συνάμα κι αταίριαστη με την εποχή και τον τόπο που διαμένει γυναίκα, βιώνει τον έρωτα αλλά οι συγκυρίες κάνουν την εξέλιξη της ιστορίας τραγική. Είναι άραγε ίδιον του έρωτα η δημιουργία τόσο έντονων συναισθημάτων που οδηγούν ακόμα και στην αδελφοκτονία;
«Ο έρωτας και ο Θάνατος είναι το Α και το Ω του σύμπαντος κόσμου και του σύμπαντος θεού. Είναι το “είναι” και το “μηδέν” του όντος. Τα δύο μισά και αδελφά συστατικά του.»
Γκεμμα Λιαντινης
Μετά από αυτό τον ορισμό τι μπορεί να πει κανείς.
Απλώς θα θυμίσω πως κάποτε γινόμαστε μάρτυρες τέτοιων παθών. Κι όλοι μας λίγο η πολύ έχουμε γίνει γνώστες της ψυχολογίας του ερωτευμένου διότι καθένας έχει βρεθεί στην ίδια η παρόμοια θέση μια η και περισσότερες φορές. Άρα έχουμε βιώσει την ένταση αυτού του παράφορου και πολλές φορές θανατηφόρου ενστίκτου που μας αρέσει να το να το ντύνουμε με μανδύα συναισθήματος.
Οι έρωτες μου σπάνια θα περιγράψουν τον πνευματικό έρωτα του Πλατωνισμού. Θα μείνουν να ανιχνεύσουν με φροντίδα και περιέργεια, τον έρωτα που γίνεται συνώνυμος του θανάτου. Και αν «ξεκουράζω» τον πρωταγωνιστή μου αμείβοντάς τον ίσως στο τέλος, με έναν εκλεπτυσμένο πνευματικό έρωτα, θα έχει πληρώσει προηγουμένως ακριβά την γνώση του με την ύλη, και το πάθος που εμπνέει η εμπνέεται από αυτήν.
Και για να έρθουμε στην «Γυναίκα των Δελφών». Εδώ διαπιστώνουμε πως η Πηγή μόνον σαν ανήλικη βίωσε τον απόλυτο έρωτα.
Μετά την τραγωδία ωρίμασε δυσανάλογα.
Κι ενώ οι λοιποί στον περίγυρο έμεναν στάσιμοι νοητικά και συναισθηματικά, η ωρίμαζαν με την συνήθη αργότητα που υπέβαλλε ο αιώνας αλλά και το άγριος τόπος, εκείνη, μέσα από μια σύντομη σχετικά διαδικασία, απέκτησε συνείδηση της τραγικότητας που εμπεριέχει η ζωή.
Και αντί να φερθεί σαν συνηθισμένη γυναίκα, δηλαδή να πάψει να ευτυχεί έχοντας αυτήν την συνείδηση του θανάτου, πέρασε στο άκρο όπου τρελοί, μύστες και παιδιά κατοικούν.
Ευτυχούσε μέσα στο σφαιρικό θαύμα της ζωής,(που τα περικλείει όλα) με γενναιοδωρία, γενναιοψυχία, και ιδίως με πίστη για την δύναμη που ο μυστηριακός αυτός τόπος εξέπεμπε και με την οποία μπορούσε να οπλίσει τους κατοίκους του.
Η Πηγή έναν έρωτα έζησε που θα μπορούσε να την οδηγήσει επίσης στον θάνατο. Ένα και μοναδικό πάθος. Από κει και μετά, απλώς ήταν αντικείμενο του πάθους των άλλων.
Η Πηγή είχε αποκτήσει την ευρεία ματιά της γνώσης. Και της κατανόησης.
Ό,τι έδινε από εκεί και μετά, δεν ήταν «τόνοι ερωτικοί αναδομένοι από κάποια ανεμοδαρμένα βάθη» – όπως θα έλεγε ο Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος -
Ήταν η αποδοχή της ανθρώπινης φύσης, η αγάπη γι αυτή την ατελή φύση, ο πόνος για αυτήν την ατέλεια, η συμμετοχή σε αυτήν έμπρακτα.
Η Πηγή ήταν το πλάσμα που θα μπορούσε να είναι το νοητικό-συναισθηματικό -πνευματικό -ψυχικό άθροισμα των ανδρών και των γυναικών του καιρού της.
Αυτό το σπάνιο πλάσμα που είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο αξιοθαύμαστο, δεν θα μπορούσε παρά να αμειφθεί από τις δυνάμεις του τόπου, με κάποιον που με έναν τρόπο θα υπηρετούσε τον αγαπημένο τόπο και τις χθόνιες δυνάμεις του.
Ποια ήταν η αφορμή για να τοποθετήσετε την ιστορία αυτή στους Δελφούς, τι είναι εκείνο που εννοιολογικά αλλά και σημειολογικά «κρύβεται» πίσω την επιλογή σας αυτή;
Η ύλη και τα αντικείμενα που δείχνουν νεκρά, ομιλούν. Την γλώσσα τους την συλλαμβάνουν κάποιοι. Άλλοι την γλώσσα αυτή των πραγμάτων την δέχονται ως ανατρίχιασμα. Ως δέος. ψίθυρο. Όνειρο. Όραμα.
Όταν τα πράγματα, οι τόποι, τα αγάλματα, εκπέμπουν ένδον κλήσεις, τα πρόσωπα-δέκτες φωτίζονται από φωταψίες μυστικές.
Τότε είναι, που διαλέγουν αυτό η εκείνο, αυτόν η τον άλλον, διαγράφουν, υπογράφουν, περιγράφουν, καθορίζουν και ποτέ δεν καθορίζονται. Αυτές οι ανοιχτωσιές του νου, αυτές οι «εμπνεύσεις» που λέγαμε παραπάνω, είναι ανταμοιβές, δουλειάς, μόχθου και σεβασμού σε αυτό που μας περιβάλλει και δεν έχει όνομα.
Η γυναίκα των Δελφών πέτυχε μια σημαντική διεθνή διάκριση. Θέλετε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;
Μετά τόσον καιρό που έχει περάσει –δεδομένου του ότι το γεγονός συνέβη το 2011- δεν θα σήμαινε και πολλά το να μιλούσα για την διάκριση αυτήν καθ’ εαυτή. Όμως θα μπορούσα να μιλήσω για κάτι άλλο που είναι το συμπέρασμα από όλη την πνευματική ουσιαστικά, και κατά βάση εσωτερική γιορτή της διάκρισης. Πως αυτή η διάκριση ήταν η αιτία να κατανοήσω το χάσμα που υπάρχει μεταξύ του δημιουργήματος και του παραλήπτη του.
Στην προκειμένη περίπτωση το χάσμα που υπάρχει μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη.
Διότι το o συγγραφέας και ο αναγνώστης ανήκουν σε δυο διαφορετικές πλευρές με το βιβλίο ανάμεσα τους.
Κι ενώ στην πλευρά του συγγραφέα ενυπάρχει - ακόμα και στις πιο φρικώδεις διηγήσεις- το στοιχείο μιας υφέρπουσας αθωότητας, μια διάθεση παρθενογένεσης που φυσικά πάντοτε καταλήγει σε αποτυχία - και αυτό είναι ένα δράμα μυστικό που αφορά τον γράφοντα - ο αναγνώστης δίχως να υποψιάζεται καν τον Γολγοθά της δημιουργίας του βιβλίου, σπανίως αποδίδει σεβασμό.
Αντιθέτως ξεκινά με καχυποψία απέναντι στο βιβλίο. Σκεφτείτε πόσα βιβλία αγγίζονται και εν ριπή οφθαλμού απαξιώνονται, για λόγους που ίσως δεν μας αφορούν εδώ.
Όταν λοιπόν συνέβη το γεγονός αυτό της διάκρισης, συνειδητοποίησα πως μετρημένα πρόσωπα, δεν ήσαν «Οι Απέναντι» αναγνώστες, μα ήσαν αυτοί που με περιέργεια μεν, αλλά και με την ανάλογη προς την «συγγραφική» αθωότητα, κατανόησαν διαδικασίες, σκέψεις, δυσκολίες, νοήματα, συναισθάνθηκαν καταστάσεις και εντάσεις, ανέλυσαν και τελικά απεδέχθησαν (και γιατί όχι) την αξία του βιβλίου αυτού. Το βιβλίο αυτό μου έδωσε ιδιαίτερη χαρά για έναν ακόμα λόγο. Με απομάκρυνε από ολιγόψυχους και ολιγόνοες, και με έφερε κοντά σε ανθρώπους που δεν φανταζόμουν την ύπαρξη τους, και τώρα πλέον αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου.
Η χώρα βιώνει μια πρωτοφανή κρίση, όχι μόνο οικονομική, αλλά κυρίως κρίση θεσμών αλλά και αξιών. Πιστεύετε πως οι άνθρωποι του λόγου μπορούν να συμβάλλουν με τα έργα τους στην έξοδο από αυτή τη δύσκολη κατάσταση ή είναι και οι ίδιοι ανήμπορα θύματα των καιρών?
Η διανόηση έχει ήδη προδοθεί από τους ίδιους της πνευματικούς ταγούς. Την στιγμή που μόνο με λόγια αντιπροσωπεύουν τον Λόγο και τον Ανθρωπισμό, ποιο υψηλό ιδεώδες μπορούν να διασώσουν; (όλα σβήστηκαν, χαροπαλεύουν η μεταλλάχτηκαν)
Πως μπορούν - όντες κακέκτυπα οι ίδιοι - να δημιουργήσουν μια τάξη που θα είναι ικανή και στιβαρή ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει διασώζοντας μια Πατρίδα που ψυχορραγεί όχι μόνο οικονομικά μα και πνευματικά, αλλά και που η τάξη αυτή θα είναι ικανή να συσχετίζεται και με τις ανάγκες και τους σκοπούς και τα οράματα μιας ανθρωπότητας που επίσης φθίνει?
Ήδη η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα έχουν χτυπήσει την διανόηση εξαθλιώνοντας την παντελώς. Με τέτοια κατακερματισμένα μυαλά, αποχαυνωμένες συνειδήσεις και θαμμένα ιδανικά, πως οι «μαθητές» να μην παράγουν έργο εγωκεντρικό, ρηχό, και διανοητικά άθλιο? Πώς να μην ανακυκλώνεται η κατάπτωση, όταν οι δημιουργοί, για την φήμη, την προβολή και την παρείσφρηση σε κρατικούς μηχανισμούς, ξεπουλούν ιερά και όσια;
Εκείνο που έχω να πω είναι πως οφείλουμε να σταθούμε αντιμέτωποι και όχι συμπλέοντες σε αυτή την κρίση. Να προσπαθούμε να αφυπνίζουμε και όχι να νανουρίζουμε τις ανθρώπινες συνειδήσεις. Να βροντοφωνάζουμε πως στο πνεύμα δεν αρμόζει η υποδούλωση στις υποσχέσεις παραδείσων. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση. Η κατάσταση αυτή παραπέμπει σε δημιουργία άβουλων πολιτών. Ας μην υποκύψουμε έναντι κανενός πινακίου φακής.
Γνωρίζουμε πως ήδη ετοιμάζετε το νέο σας βιβλίο. Θα θέλαμε να μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτό και να μας δώσετε ένα πιθανό σημείο του χρόνου που αυτό θα κυκλοφορήσει.
Πριν το Πάσχα θα κυκλοφορήσει ένα παραμύθι μαγικού ρεαλισμού, για ενήλικες. Κάπου εκεί θα εκδοθεί και ένα μυθιστόρημα μου, το οποίο θεωρώ ως το κομψοτέχνημα της έως τώρα λογοτεχνικής μου πορείας.
Το μεγάλο επικό μου μυθιστόρημα ακόμα δεν ξέρω πότε θα εκδοθεί. Όμως μπορώ να σας πω πως η υπόθεση του διαδραματίζεται στην Σικελία την εποχή της Αγροτικής επανάστασης.1888-1893. Και ιστορεί την γοητευτική μα και ενδιαφέρουσα ωρίμανση μιας ανήλικης αριστοκράτισσας, μέσα από τις αντίθετες πολιτικές ροπές και τα ρεύματα του καιρού. Μια κατά βάση ερωτική ιστορία μα με έντονο το ιστορικό υπόβαθρο. Και όπως συνηθίζω στις ηρωίδες μου, (εφόσον προαναφέραμε ότι όλες τις εμπεριέχω και με περιέχουν) την δικαιώνω με διαφορετικό πάλι τρόπο.
Σας ευχαριστούμε πολύ για την όμορφη συνομιλία μας.
Ευχαριστώ πολύ και να ευχηθώ πάντα αξιόλογα βήματα να κάνετε ώστε να επικουρείτε με την αυστηρότητα και την αισθητική σας το «τραυματισμένο» σώμα του λογοτεχνικού μας χώρου.
Η Ελένη Στασινού γεννήθηκε στην Πάτρα. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών και της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων.
Έργα της:
Ποίηση: Οι Οδύνες της Μετάλλαξης (1991), Ποιο πέρα (1998)
Μυθιστορήματα: Η Κουμπάρα η Μαργαρίτα (1997), Απόδραση προς το Φως (1999), Ο Στέφανος του Ελαιώνα (2000), Η Αγία Πόρνη της καρδιάς του (2003), Οντισιόν (2004), Το Λιμάνι της Ζωής μου (συλλογικό, 2007), Νύχτες Υποταγής (2008), Η Γυναίκα των Δελφών (2011)
τοβιβλίο.net και ο Κώστας Θερμογιάννης υποδέχεται και συνομιλεί με τη βραβευμένη συγγραφέα Ελένη Στασινού. Ο άνθρωπος πίσω από τη συγγραφέα είναι κάτι περισσότερο από αυτό που πολλοί φαντάζονται όταν φέρνουν την εικόνα του λογοτέχνη στο μυαλό τους. Όπως θα διαπιστώσετε, πίσω από τις γραμμές αυτού του ζωντανού διαλόγου, κρύβεται ένας άνθρωπος που πραγματικά βιώνει τη συγγραφή των έργων του, στηρίζεται πάνω στις δικές της δυνάμεις, στη σκληρή δουλειά, στη μελέτη και στην έρευνα. Τίποτα δεν αφήνει στην τύχη, ούτε περιμένει την επίσκεψη της έμπνευσης προκειμένου να δημιουργήσει. Ίσως εκεί να κρύβεται και η μεγάλη επιτυχία την οποία συνοδεύουν πάντα τα βιβλία της.
Κυρία Στασινού σας καλωσορίζουμε στο δικτυακό τόπο το βιβλίο.net
Είστε αρκετό καιρό στον χώρο, παρακολουθώ τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνετε να είστε δίπλα στους δημιουργούς, καταλαβαίνω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζετε καθημερινά και γι αυτό σας ευχαριστώ πολύ που με συμπεριλάβατε στο δυναμικό σας.
Έχετε γράψει μερικά από τα ωραιότερα βιβλία των τελευταίων χρόνων και είναι σχεδόν αδύνατο ο αναγνώστης να τα ξεχωρίσει, το ένα είναι καλύτερο από το άλλο. Ο Άρης Δαβαράκης γράφει σε ένα άρθρο του: «Ένα είναι το σίγουρο. «Πνευματικοί άνθρωποι» με μονιμότητα (παλαιού) δημοσίου υπαλλήλου, δεν υπάρχουν. Όσοι από καταβολής κόσμου δοκίμασαν να δημιουργήσουν τέχνη με επιτυχία και αναγνώριση (έστω και μετά θάνατον) ξέρουν ότι η έκλαμψη αυτή η μυστήρια που τη λέμε «έμπνευση» είναι αυτοδύναμη και συμφωνία μαζί της δεν μπορείς να κάνεις, να κάτσει πλάι σου για πάντα.» Εσείς από πού αντλείτε την έμπνευσή σας και δημιουργείτε τέτοιες εξαιρετικές ιστορίες;
Ευχαριστώ πολύ για τον χαρακτηρισμό των βιβλίων μου ως «από τα ωραιότερα βιβλία των τελευταίων χρόνων». Αυτόν λοιπόν τον τιμητικό χαρακτηρισμό θα χρησιμοποιήσω ως εφαλτήριο στην σημερινή μας συζήτηση.
Όσο περισσότερο καλό, αποδείξει ο χρόνος πως είναι ένα βιβλίο, αυτό από μόνο του αποτελεί την μαρτυρία, για το πόσο «μαρτύρησε» ο γράφων κατά την διάρκεια της εκπόνησης του. Είναι μια διαδικασία που δεν χρειάζεται να περιγράψω διότι έχει εκτενώς παρουσιαστεί.
Θα μείνω σε αυτήν ως μέσον έκφρασης του δημιουργού της.
Πιστεύω πως η γραφή καθώς και όλες οι τέχνες κραυγάζουν. Όχι απλώς προσπαθώντας να εξυψώσουν τα αισθητήρια μας, η τις εγκεφαλικές διεργασίες μας. Κραυγάζουν μοναξιά, αντίθεση, αντίσταση. Κραυγάζουν αδικία. Κραυγάζουν φόβο.
Η δημιουργία εν πρώτοις βέβαια και είναι μια πράξη σωστική. Διότι οριοθετεί. Και μέσα στα όρια φυσικά, νομικά, θεσμικά, πολιτισμικά, ο άνθρωπος αισθάνεται ασφαλής.
Έτσι, σε προσωπικό επίπεδο, το άτομο δημιουργώντας, οριοθετεί τον πανικό του μέσα σε ένα ανασφαλή απέραντο κόσμο.
Σε επόμενο στάδιο, όμως το έργο μπορεί να αποτελέσει πολιτική πράξη. Διότι έχει την δύναμη να δώσει έκφραση στην αγανάκτηση. Να προσδώσει ύφος και ένταση στην απώλειά.
Ο αυξανόμενος φόβος- θυμός η ο πόνος, δεν θα αντανακλάται πλέον σε πρόσωπό. Θα έχει διοχετευθεί σε έργο. Εξ-ασφαλίζοντας για ένα διάστημα την εσωτερική συνοχή του δημιουργού, αλλά συγχρόνως έχοντας μεταλλαχτεί σε όπλο υπερ-ατομικής χρήσης.
Ο δημιουργός άλλοτε θα αποτυπώσει την εποχή του, κάποτε θα την ακυρώσει ερχόμενος πίσω στους αιώνες η και οδεύοντας σε απώτερο μέλλον. Προσωπικά και έχω μείνει στην εποχή μου (Νύχτες Υποταγής - Η Βιολονίστρια) και έχω ακυρώσει τον χρόνο (Απόδραση προς το Φως) κάποτε εργάστηκα σε πρόσφατο παρελθόν (ο Στέφανος του Ελαιώνα - Η Αυτοκρατορία των Δήθεν) αλλά και έχω διατρέξει αιώνες (Η Γυναίκα των Δελφών- Η Ροζαλία).
Πάντοτε δουλεύω, δίχως να περιμένω την έμπνευση
Αναφορικά λοιπόν με την ρήση που μου αναφέρατε «ότι η έκλαμψη αυτή η μυστήρια που τη λέμε «έμπνευση» είναι αυτοδύναμη και συμφωνία μαζί της δεν μπορείς να κάνεις, να κάτσει πλάι σου για πάντα» διατηρώ τις ενστάσεις μου. Πιστεύω στην εργασία την μεθοδική, την επίμονη, την «δημοσιο-υπαλληλική» αν θέλετε, για μεγάλα η μικρά διαστήματα. Δεν πιστεύω στην έμπνευση, με τον τρόπο που συνήθως εννοείται. Μα πως με κοπιώδη και μεθοδική ενασχόληση, θα υπάρξουν σίγουρα οι φωτεινές στιγμές που θα απογειώσουν λογο-τεχνικά το κείμενο.
Παρόλο που δεν ανήκω στο δόγμα, θα πω ένα παράδειγμα που μου αρέσει για την αλήθεια του.
Σαν ο Μωυσής διάταξε να χωριστούν στα δυο τα νερά, λέγεται πως δεν άνοιξαν παρά σαν περπάτησε η πρώτη γυναίκα προς την θάλασσα, σίγουρη για τα λόγια του.
Θέλω να πω θαύματα συμβαίνουν σαν αποδείξουμε πως τα αξίζουμε. Εν προκειμένω λοιπόν, αν σκύψεις αποφασιστικά στο αντικείμενο σου, δεν μπορεί παρά να πεισθεί και το θέμα, και το εύρημα, και το ύφος και η τεχνική, και η ωραία φωτεινή στιγμή που λέγεται-θεωρείται εμπνευσμένη.
Όσο για την πηγή -άντληση… Έχω βαρεθεί να ακούω πως μια λέξη, μια εικόνα, μια σκηνή στον δρόμο οδηγεί την πένα … Η λέξη, η σκηνή, η εικόνα, το πρόσωπο, το συμβάν, η νότα, το οτιδήποτε, είναι απλώς κλειδιά. Τα κλειδιά που ανοίγουν δρόμους. Οι δρόμοι αυτοί δεν αφορούν τους άλλους. Αφορούν εμάς και τον βαθύτερο μας εαυτό. Αυτόν τον εαυτό, τον έχουμε χάσει, τον έχουμε θάψει, θελήσαμε να τον αφανίσουμε διότι δεν αντέχαμε την εικόνα του. Με τα κλειδιά αυτά οδηγούμαστε σε πολύ παλιές δικές μας εποχές, σε βιώματα δικά μας σκεπασμένα λήθη, σε αποτρόπαια και φρικιαστικά δικά μας πρόσωπά, σε αμαρτωλές η όχι δικές μας ανείπωτες επιθυμίες..
Τα αναχώνουμε λοιπόν με την πρόφαση της δημιουργίας.
Τα ανασκευάζουμε. Τα λυτρώνουμε. Τα αθωώνουμε η τα τιμωρούμε μέσα από τους ήρωες μας.
Πρέπει να αποδεχτούμε επιτέλους πως όλοι οι παίχτες ενός έργου είμαστε εμείς. Που απλώς δεν θα αντέχαμε τέτοιου εύρους προσωπική σχάση. Κι επιθυμούμε να ενοποιηθούμε, μηδενίζοντας κάποιους επιβραβεύοντας άλλους, ώστε με λιγότερες εσωτερικές διαμάχες οδηγηθούμε όπου δει. Σε προσωπική δυνατόν ολοκλήρωση.
Εκδόσεις ΩκεανόςISBN: 978-960-6769-48-1
Η γυναίκα των Δελφών είναι το τελευταίο σας βιβλίο. Η Πηγή, μια ξεχωριστή αλλά συνάμα κι αταίριαστη με την εποχή και τον τόπο που διαμένει γυναίκα, βιώνει τον έρωτα αλλά οι συγκυρίες κάνουν την εξέλιξη της ιστορίας τραγική. Είναι άραγε ίδιον του έρωτα η δημιουργία τόσο έντονων συναισθημάτων που οδηγούν ακόμα και στην αδελφοκτονία;
«Ο έρωτας και ο Θάνατος είναι το Α και το Ω του σύμπαντος κόσμου και του σύμπαντος θεού. Είναι το “είναι” και το “μηδέν” του όντος. Τα δύο μισά και αδελφά συστατικά του.»
Γκεμμα Λιαντινης
Μετά από αυτό τον ορισμό τι μπορεί να πει κανείς.
Απλώς θα θυμίσω πως κάποτε γινόμαστε μάρτυρες τέτοιων παθών. Κι όλοι μας λίγο η πολύ έχουμε γίνει γνώστες της ψυχολογίας του ερωτευμένου διότι καθένας έχει βρεθεί στην ίδια η παρόμοια θέση μια η και περισσότερες φορές. Άρα έχουμε βιώσει την ένταση αυτού του παράφορου και πολλές φορές θανατηφόρου ενστίκτου που μας αρέσει να το να το ντύνουμε με μανδύα συναισθήματος.
Οι έρωτες μου σπάνια θα περιγράψουν τον πνευματικό έρωτα του Πλατωνισμού. Θα μείνουν να ανιχνεύσουν με φροντίδα και περιέργεια, τον έρωτα που γίνεται συνώνυμος του θανάτου. Και αν «ξεκουράζω» τον πρωταγωνιστή μου αμείβοντάς τον ίσως στο τέλος, με έναν εκλεπτυσμένο πνευματικό έρωτα, θα έχει πληρώσει προηγουμένως ακριβά την γνώση του με την ύλη, και το πάθος που εμπνέει η εμπνέεται από αυτήν.
Και για να έρθουμε στην «Γυναίκα των Δελφών». Εδώ διαπιστώνουμε πως η Πηγή μόνον σαν ανήλικη βίωσε τον απόλυτο έρωτα.
Μετά την τραγωδία ωρίμασε δυσανάλογα.
Κι ενώ οι λοιποί στον περίγυρο έμεναν στάσιμοι νοητικά και συναισθηματικά, η ωρίμαζαν με την συνήθη αργότητα που υπέβαλλε ο αιώνας αλλά και το άγριος τόπος, εκείνη, μέσα από μια σύντομη σχετικά διαδικασία, απέκτησε συνείδηση της τραγικότητας που εμπεριέχει η ζωή.
Και αντί να φερθεί σαν συνηθισμένη γυναίκα, δηλαδή να πάψει να ευτυχεί έχοντας αυτήν την συνείδηση του θανάτου, πέρασε στο άκρο όπου τρελοί, μύστες και παιδιά κατοικούν.
Ευτυχούσε μέσα στο σφαιρικό θαύμα της ζωής,(που τα περικλείει όλα) με γενναιοδωρία, γενναιοψυχία, και ιδίως με πίστη για την δύναμη που ο μυστηριακός αυτός τόπος εξέπεμπε και με την οποία μπορούσε να οπλίσει τους κατοίκους του.
Η Πηγή έναν έρωτα έζησε που θα μπορούσε να την οδηγήσει επίσης στον θάνατο. Ένα και μοναδικό πάθος. Από κει και μετά, απλώς ήταν αντικείμενο του πάθους των άλλων.
Η Πηγή είχε αποκτήσει την ευρεία ματιά της γνώσης. Και της κατανόησης.
Ό,τι έδινε από εκεί και μετά, δεν ήταν «τόνοι ερωτικοί αναδομένοι από κάποια ανεμοδαρμένα βάθη» – όπως θα έλεγε ο Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος -
Ήταν η αποδοχή της ανθρώπινης φύσης, η αγάπη γι αυτή την ατελή φύση, ο πόνος για αυτήν την ατέλεια, η συμμετοχή σε αυτήν έμπρακτα.
Η Πηγή ήταν το πλάσμα που θα μπορούσε να είναι το νοητικό-συναισθηματικό -πνευματικό -ψυχικό άθροισμα των ανδρών και των γυναικών του καιρού της.
Αυτό το σπάνιο πλάσμα που είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο αξιοθαύμαστο, δεν θα μπορούσε παρά να αμειφθεί από τις δυνάμεις του τόπου, με κάποιον που με έναν τρόπο θα υπηρετούσε τον αγαπημένο τόπο και τις χθόνιες δυνάμεις του.
Ποια ήταν η αφορμή για να τοποθετήσετε την ιστορία αυτή στους Δελφούς, τι είναι εκείνο που εννοιολογικά αλλά και σημειολογικά «κρύβεται» πίσω την επιλογή σας αυτή;
Η ύλη και τα αντικείμενα που δείχνουν νεκρά, ομιλούν. Την γλώσσα τους την συλλαμβάνουν κάποιοι. Άλλοι την γλώσσα αυτή των πραγμάτων την δέχονται ως ανατρίχιασμα. Ως δέος. ψίθυρο. Όνειρο. Όραμα.
Όταν τα πράγματα, οι τόποι, τα αγάλματα, εκπέμπουν ένδον κλήσεις, τα πρόσωπα-δέκτες φωτίζονται από φωταψίες μυστικές.
Τότε είναι, που διαλέγουν αυτό η εκείνο, αυτόν η τον άλλον, διαγράφουν, υπογράφουν, περιγράφουν, καθορίζουν και ποτέ δεν καθορίζονται. Αυτές οι ανοιχτωσιές του νου, αυτές οι «εμπνεύσεις» που λέγαμε παραπάνω, είναι ανταμοιβές, δουλειάς, μόχθου και σεβασμού σε αυτό που μας περιβάλλει και δεν έχει όνομα.
Η γυναίκα των Δελφών πέτυχε μια σημαντική διεθνή διάκριση. Θέλετε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;
Μετά τόσον καιρό που έχει περάσει –δεδομένου του ότι το γεγονός συνέβη το 2011- δεν θα σήμαινε και πολλά το να μιλούσα για την διάκριση αυτήν καθ’ εαυτή. Όμως θα μπορούσα να μιλήσω για κάτι άλλο που είναι το συμπέρασμα από όλη την πνευματική ουσιαστικά, και κατά βάση εσωτερική γιορτή της διάκρισης. Πως αυτή η διάκριση ήταν η αιτία να κατανοήσω το χάσμα που υπάρχει μεταξύ του δημιουργήματος και του παραλήπτη του.
Στην προκειμένη περίπτωση το χάσμα που υπάρχει μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη.
Διότι το o συγγραφέας και ο αναγνώστης ανήκουν σε δυο διαφορετικές πλευρές με το βιβλίο ανάμεσα τους.
Κι ενώ στην πλευρά του συγγραφέα ενυπάρχει - ακόμα και στις πιο φρικώδεις διηγήσεις- το στοιχείο μιας υφέρπουσας αθωότητας, μια διάθεση παρθενογένεσης που φυσικά πάντοτε καταλήγει σε αποτυχία - και αυτό είναι ένα δράμα μυστικό που αφορά τον γράφοντα - ο αναγνώστης δίχως να υποψιάζεται καν τον Γολγοθά της δημιουργίας του βιβλίου, σπανίως αποδίδει σεβασμό.
Αντιθέτως ξεκινά με καχυποψία απέναντι στο βιβλίο. Σκεφτείτε πόσα βιβλία αγγίζονται και εν ριπή οφθαλμού απαξιώνονται, για λόγους που ίσως δεν μας αφορούν εδώ.
Όταν λοιπόν συνέβη το γεγονός αυτό της διάκρισης, συνειδητοποίησα πως μετρημένα πρόσωπα, δεν ήσαν «Οι Απέναντι» αναγνώστες, μα ήσαν αυτοί που με περιέργεια μεν, αλλά και με την ανάλογη προς την «συγγραφική» αθωότητα, κατανόησαν διαδικασίες, σκέψεις, δυσκολίες, νοήματα, συναισθάνθηκαν καταστάσεις και εντάσεις, ανέλυσαν και τελικά απεδέχθησαν (και γιατί όχι) την αξία του βιβλίου αυτού. Το βιβλίο αυτό μου έδωσε ιδιαίτερη χαρά για έναν ακόμα λόγο. Με απομάκρυνε από ολιγόψυχους και ολιγόνοες, και με έφερε κοντά σε ανθρώπους που δεν φανταζόμουν την ύπαρξη τους, και τώρα πλέον αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου.
Η χώρα βιώνει μια πρωτοφανή κρίση, όχι μόνο οικονομική, αλλά κυρίως κρίση θεσμών αλλά και αξιών. Πιστεύετε πως οι άνθρωποι του λόγου μπορούν να συμβάλλουν με τα έργα τους στην έξοδο από αυτή τη δύσκολη κατάσταση ή είναι και οι ίδιοι ανήμπορα θύματα των καιρών?
Η διανόηση έχει ήδη προδοθεί από τους ίδιους της πνευματικούς ταγούς. Την στιγμή που μόνο με λόγια αντιπροσωπεύουν τον Λόγο και τον Ανθρωπισμό, ποιο υψηλό ιδεώδες μπορούν να διασώσουν; (όλα σβήστηκαν, χαροπαλεύουν η μεταλλάχτηκαν)
Πως μπορούν - όντες κακέκτυπα οι ίδιοι - να δημιουργήσουν μια τάξη που θα είναι ικανή και στιβαρή ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει διασώζοντας μια Πατρίδα που ψυχορραγεί όχι μόνο οικονομικά μα και πνευματικά, αλλά και που η τάξη αυτή θα είναι ικανή να συσχετίζεται και με τις ανάγκες και τους σκοπούς και τα οράματα μιας ανθρωπότητας που επίσης φθίνει?
Ήδη η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα έχουν χτυπήσει την διανόηση εξαθλιώνοντας την παντελώς. Με τέτοια κατακερματισμένα μυαλά, αποχαυνωμένες συνειδήσεις και θαμμένα ιδανικά, πως οι «μαθητές» να μην παράγουν έργο εγωκεντρικό, ρηχό, και διανοητικά άθλιο? Πώς να μην ανακυκλώνεται η κατάπτωση, όταν οι δημιουργοί, για την φήμη, την προβολή και την παρείσφρηση σε κρατικούς μηχανισμούς, ξεπουλούν ιερά και όσια;
Εκείνο που έχω να πω είναι πως οφείλουμε να σταθούμε αντιμέτωποι και όχι συμπλέοντες σε αυτή την κρίση. Να προσπαθούμε να αφυπνίζουμε και όχι να νανουρίζουμε τις ανθρώπινες συνειδήσεις. Να βροντοφωνάζουμε πως στο πνεύμα δεν αρμόζει η υποδούλωση στις υποσχέσεις παραδείσων. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση. Η κατάσταση αυτή παραπέμπει σε δημιουργία άβουλων πολιτών. Ας μην υποκύψουμε έναντι κανενός πινακίου φακής.
Γνωρίζουμε πως ήδη ετοιμάζετε το νέο σας βιβλίο. Θα θέλαμε να μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτό και να μας δώσετε ένα πιθανό σημείο του χρόνου που αυτό θα κυκλοφορήσει.
Πριν το Πάσχα θα κυκλοφορήσει ένα παραμύθι μαγικού ρεαλισμού, για ενήλικες. Κάπου εκεί θα εκδοθεί και ένα μυθιστόρημα μου, το οποίο θεωρώ ως το κομψοτέχνημα της έως τώρα λογοτεχνικής μου πορείας.
Το μεγάλο επικό μου μυθιστόρημα ακόμα δεν ξέρω πότε θα εκδοθεί. Όμως μπορώ να σας πω πως η υπόθεση του διαδραματίζεται στην Σικελία την εποχή της Αγροτικής επανάστασης.1888-1893. Και ιστορεί την γοητευτική μα και ενδιαφέρουσα ωρίμανση μιας ανήλικης αριστοκράτισσας, μέσα από τις αντίθετες πολιτικές ροπές και τα ρεύματα του καιρού. Μια κατά βάση ερωτική ιστορία μα με έντονο το ιστορικό υπόβαθρο. Και όπως συνηθίζω στις ηρωίδες μου, (εφόσον προαναφέραμε ότι όλες τις εμπεριέχω και με περιέχουν) την δικαιώνω με διαφορετικό πάλι τρόπο.
Σας ευχαριστούμε πολύ για την όμορφη συνομιλία μας.
Ευχαριστώ πολύ και να ευχηθώ πάντα αξιόλογα βήματα να κάνετε ώστε να επικουρείτε με την αυστηρότητα και την αισθητική σας το «τραυματισμένο» σώμα του λογοτεχνικού μας χώρου.
Η Ελένη Στασινού γεννήθηκε στην Πάτρα. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών και της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων.
Έργα της:
Ποίηση: Οι Οδύνες της Μετάλλαξης (1991), Ποιο πέρα (1998)
Μυθιστορήματα: Η Κουμπάρα η Μαργαρίτα (1997), Απόδραση προς το Φως (1999), Ο Στέφανος του Ελαιώνα (2000), Η Αγία Πόρνη της καρδιάς του (2003), Οντισιόν (2004), Το Λιμάνι της Ζωής μου (συλλογικό, 2007), Νύχτες Υποταγής (2008), Η Γυναίκα των Δελφών (2011)