Τρίτη 14 Μαΐου 2013





Μια μιγάς διασχίζει τρέχοντας όλο το νησί προσπαθώντας να ξεφύγει από δουλεμπόρους.
Ένας στρατιωτικός την διασώζει  και την βιάζει δίχως μάρτυρες.
Ένα αγοράκι με λευκογάλανα μάτια, γεννιέται  στο Caltavuturo.
Μια μητέρα χαρίζει το γιο της  και φεύγει λάθρα  στην νύχτα.
Ένας  στρατιωτικός σκοτώνει την γυναίκα του από ζήλεια.
Ένας διαφωτιστής περνά στα χωριά προσπαθώντας να ξεσηκώσει τους κατοίκους.
Ένα κορίτσι τις νύχτες χορεύει στις στέγες..
Ένας υψηλόβαθμος του Ιταλικού στρατού, γυρεύει την Παρθένα του Παλέρμο που του ανήκει…
Ένας πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών δημιουργεί τις ευνοϊκές προϋποθέσεις  για έναν γάμο.
H νύχτα όπου χορέψανε  τα κρύσταλλα.
H νύχτα που θρυμματίστηκαν τα όνειρα.
Η  τελετή της ευκαρπίας.
Η νύχτα του San Sebastiano
San Saverio…
Αποκαλύψεις
Monreale
Ροζαλια.

Με στοιχεία ιστορικά, με μύθους που λέγονται από στόμα σε στόμα για τους ήρωες των αγώνων, και με την ταυτότητα του αφηγητή, επεδίωξε και έγινε ένα συναρπαστικής δράσης ανάγνωσμα.     

Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Κυριακή 5 Μαΐου 2013

Posted: 04 May 2013 03:05 AM PDT
του Τέλλου Φίλη

πηγή: www.biblioteque.gr


Προσδοκώ Ανάσταση νεκρών με το πιστόλι στον κρόταφο. Ομολογώ την αναπηρία μου. Ανάβω κι άλλο κερί. Αναζητώ τον διακόπτη να ανοίξω το φως. Σε ένα έρημο δωμάτιο γκρι βρίσκομαι, με ένα σιδερένιο κρεβάτι. Δεμένος βρίσκομαι κι έξω ακούω τον όχλο να απαιτεί να αναστηθώ. Μια πέτρα σπάει τη σιωπή μου, ματώνω στο δόξα πατρί. Άπατρις κι ανάδελφος χωρίς χαρτιά βρίσκομαι. Οι λέξεις μου κραυγή. Φωνήεντα που σκορπίζονται στον χώρο. Ξέχασα πια να μιλώ. Ξέχασα πια γενικά…
Προσδοκώ Ανάσταση νεκρών, γιατί δεν πρόλαβα να πω το σ’ αγαπω. Επέμενα να υπενθυμίζω πού διαφωνώ κι έχασα χρόνο. Και τώρα μπροστά στο Θαύμα τιποτένιος γίνομαι. Ανώνυμος καταθλιπτικός κι άπιστος.
Λιγότεροι κάθε Μεγάλο Σάββατο, όλο και λιγότεροι. Τα δάκρυα δεν φέρνουν πίσω τους νεκρούς, ούτε η πίστη. Μια προσδοκία μοναχά στο θαύμα. Έτσι μου 'μάθαν. Με τέτοια με κορόιδευαν, ώσπου ξύπνησα  με άσπρα μαλλιά, τον θάνατον πατήσας, γέρος. Μακρινά που μοιάζουν τα χρόνια της δράσης, τώρα στην εποχή της περισυλλογής που έφτασα. Εγκλωβισμένος.
Με καμπαρντίνα κατακαλόκαιρο και μαύρα γυαλιά ανωνυμίας κοιτώ το καλοκαίρι που ‘ρχεται. Κι αν δεν αναστηθώ, τουλάχιστον σ’ όσους απέμειναν να προφτάσω να πω, το γιατί της αγάπης μου… Πριν  αναληφθώ, πριν γίνω προσευχή και θαύμα εκπορευόμενο εκ δεξιών του πατρός. Εκεί, λίγο πριν τις στάχτες μου σκορπίσουν στα νερά και τα κεριά μου λιώσουν. Πριν γίνω κι εγώ ένα ανάξιο Πάσχα των Ελλήνων, μια χαλκομανία πάνω σε ένα κόκκινο αυγό που βάφτηκε μόνο για να το  σπάσουν.

Παρασκευή 3 Μαΐου 2013

Ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΒΑΤΤΩΝ


2100 και το γένος των Βαττών η Κανθαρίδων, υπάρχει καθώς πάντοτε, ευπροσάρμοστο και ενθουσιώδες-ιδίως κατά την αναπαραγωγική του υποχρέωση- εμπλουτισμένο με ανθρώπινα τινά ιδιώματα αλλά και ευφυία η οποία συνετέλεσε στο να οργανωθεί η νεότερη κοινωνία τους σε αξιοθαύμαστο εύρος.
Έτσι, ο νεαρός Βάττης Αρχαιολόγος, κατά τι επαρμένος και ιδιαίτερα ευσυγκίνητος, εν μια νυκτί θα κατακλυστεί από τα αλλότρια συναισθήματα, σαν ανακαλύψει το «ΕΥΡΗΜΑ» εκατό πόδια υπό την τοξική ιλύν και που αστραπιαία θα μεταφερθεί στο πλησιέστερο Βιο-Χημικο-Γενετικό κέντρο.
Και ναι μεν θα νοιώσει να καταρρακώνεται η βεβαιότητα του για εύφημον μνείαν, στην καθολική ακινησία εν αναμονή των αποτελεσμάτων, όμως η ελπίδα για υστεροφημία δεν θα κατασταλεί από την σοβαρότητα της στιγμής.
Εν πάσει περιπτώσει θα αναγγελθεί ότι : το «ΕΥΡΗΜΑ» περιέχει φιαλίδιο με βλαστοκύτταρα του ανθρώπινου είδους έτοιμα για αναπαραγωγή, καθώς και δίσκο παλαιοτάτης τεχνολογίας, είδος κληροδοτήματος-παρακαταθήκης, οποίον βεβαίως όφειλαν απαξάπαντες να ακούσουν ως δημοκρατία διαφάνειας.

Σιωπή έως τον πορτοκαλόχροα ουρανό. Οι αποκωδικοποιητές πήραν φωτιά.
Η φωνή πολλαπλασιασμένη ακούστηκε σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη.
«Ντρέπομαι για την παρακαταθήκη ευτελισμού.
Που έζησα την εποχή όπου κηδεύτηκαν τα άξια και ανυψώθηκαν τα τίποτα.
Για τους πολέμους ντρέπομαι. Τις γενοκτονίες. Τις φονικές δοκιμές ντρέπομαι.
Χιροσίμα. Ινδονησία. Σιγκαπούρη. Πόλους και βυθούς. Έγκατα και αιθέρες.
Για τα οβάλ γραφεία. Τα ροζ. Τους θηρευτές πρωθυπουργούς. Το γάλα με μελαμίνη.
Τα σκαμπώ από δέρμα ελεφάντων. Τα μενού με «Δράκο του Κομόντο». Τον αφανισμό του Χρυσού Πιθήκου ντρέπομαι. Τον Τρίτο κόσμο που τον βαφτίσαμε στα απόβλητα για να τον δολοφονήσουμε στην αδιαφορία μας. Για την ΟΥΝΕΣΚΟ ντρέπομαι, που πολτοποίησε 100.000 τόμους βιβλία ιστορίας και λογοτεχνίας.
Γιατί γελάσαμε με τον Κουστό. Γιατί δεν κλάψαμε τα νεκρά δέντρα της Ναμίμπια.
Γιατί πεθάναμε στα Χρηματιστήρια, θεραπευτήκαμε με χολή αρκούδας, ικανοποιηθήκαμε με βοηθητικά από κέρατο νεκρού ρινόκερου και πέος Φώκιας.
Για τους γονείς που με συνέταξαν σε αίτηση. Που δεν ήσαν ο Αλ Γκορ, ο Μπουσεργέ, η ο Ρομπέρ Σουάν. Γιατί δεν υπήρξα μέλος της ΕΛΦ η της ΑΛΦ.
Γιατί χρειάστηκε «ΚΙΟΤΟ» και «ΒΑΣΙΛΕΙΑ» για να προστατευθεί η φύση.
Για την εκδίκηση της τρομοκρατημένης φύσης ντρέπομαι. Για την καμπύλη λίπους της ανθρωπότητας. Για το παιδί που αρπάζει την τροφή του πουλιού. Το πουλί που σπαράσσει τα σπλάχνα του παιδιού. Τη μάννα ντρέπομαι που καταπίνει το πουλί. Και τη γη που φτύνει τη μάννα νέο οξύ.
Για τη δυνατότητα να ανασυσταθώ ντρέπομαι. Και το δίλημμα στο οποίο θα περιέλθει όποιος ανακαλύψει το «γενετικό μου λίκνο»
Υ.Γ. Συμβουλή μου; Καταστρέψτε με για να μη καταστραφείτε!»

Εκατομμύρια αισθητήρια μετακινήθηκαν από έκπληξη σε απορία.
«Ψηφίστε.»
«Θάνατος» ακούστηκε ομαδηδόν, βουϊσανε οι επτά θόλοι.
«Αν βρεθεί έστω κι ένας με σοβαρό λόγο, ίσως ν’ αναβιώσει το ανθρώπινο είδος»
Ο νεαρός Βάττων ακούστηκε « Και μόνο διότι μεταμελήθηκε αξίζει να αθωωθεί»
Δαγκάνες σκοτείνιασαν το θόλο. Αφανίστηκε κάθε ίχνος του νεαρού Αρχαιολόγου.
«Έχετε δίκιο» ακούστηκε η φωνή. Δεν χρειάζεται να επαναφέρω τον άνθρωπο. Ήδη εσείς έχετε στοιχειώσει απ’ αυτόν»